Η μοίρα μου: μέχρι να φτάσω στου θανάτου τα τελωνεία,
Να λογομαχώ ως τη βραχνάδα και κεφαλαλγία,
Να πείθω και να αποδείχνω αφρίζοντας απ’ την αδικία,
Πως γέμισε την κοινωνία η κόπρος του Αυγεία,
Ότι ο δεκάλογος του Θεού έγινε χαμένη αξία,
Ότι ακόμη φοράμε του σκλάβου την ζουρλομανδύα.
Τριακόσια χρόνια κάτω απ’ του κατακτητή την αλαζονεία,
Τριών αιώνων ταπείνωση, βάσανα και πενία.
Και κάτω απ’ το πέλμα του εχθρού βγαίνει η θρηνωδία,
Ακόμη κι ένας εναντίον εκατό δεν είναι απελπισία,
Και των προθέσεων καλών και της αποστασίας η ματαιοδοξία,
Επανάσταση, αίμα και ξανά η μίζερη πενία...
Θα επαναλάβω, κι ας μην βλέπουν την ασχημία,
Ακόμη και του καραγκιόζη φορώντας την ενδυμασία:
Ότι το αντικείμενο έχει πολύ οχλαγωγία,
Η ματαιότης ματαιοτήτων θα μείνει κενοδοξία.
Πώς το ποτήρι να πιώ; Τρέχοντας δε θα μπορώ,
Ακόμη και να το χύσω, έτσι κι αλλιώς, δε μπορώ,
Ούτε στο πρόσωπο μισητό του εχθρού θα επιχειρώ.
Και δεν κάνω καμώματα, ούτε ψεύδομαι: δε θα μπορώ!
Στριφογυρίζω πάνω στον κύκλο λείο και ολισθηρό,
Ισορροπία κρατώ με δυσκολία, σχήμα τόξου διατηρώ!
Να κάνω τι με το ποτήρι;! Να το σπάσω, δε μπορώ!
Θα υπομένω και τον άξιο θα καρτερώ:
Θα μεταδώσω το ποτήρι κι από τον κύκλο θα πηδώ
Μες στη βροχή ή μες στο σκότος τρομερό.
Στον φίλο αναθέτοντας το ποτήρι, θα αποχωρώ.
Άραγε, κατάφερε να μείνει πάνω στον κύκλο γλιστερό;
Μ’ αυτούς που κατέβηκαν, βοσκώ στο λιβάδι χλωρό,
Ότι δεν ήπια το ποτήρι τούτο δε θα μαρτυρώ,
Απλά τις τελευταίες μου δυνάμεις ήθελα να διατηρώ
Και με ορμή πάνω στον κύκλο πάλι θ’ ανεβώ!
Για σας παιδιά φτύνω αίμα, μα βαστώ,
Ίσως κάποτε κάποιος θα βάλει ένα κερί μικρό,
Για τον λάρυγγά μου γυμνό με τον οποίον λογοδοτώ,
Για τον κεφάτο τρόπο, όταν κάνω χωρατό,
Ακόμη κι αν θα τάξουν ουρανό με τ’ άστρο απτό,
Ή θ’ απειλούν με θάνατο φρικτό.
Με αδύνατο νεύρο δεν πρόκειται ν’ αντηχώ,
Θα προτιμώ να τ’ ανεβάζω, να το φτιάνω, να αποκαθιστώ,
Καλύτερα να μεθάω, να γλεντώ, να ουρανοβατώ
Όλα που έγραψα τη νύχτα να ποδοπατώ,
Καλύτερα το σπίτι και τη χώρα μου να αποχαιρετώ,
Αλλά το «δε μου καίγεται καρφί» δεν πρόκειται να υιοθετώ!
Εάν, παρ’ ολ’ αυτά, είναι η τύχη μου το ποτήρι να πιω,
Εάν κατάφερα το πάθος με την αλήθεια να γονιμοποιώ,
Εάν τυχαία αποδείξω με τσαμπουκά την αγιότητα,
Θα φύγω και θα πω, πως δεν είναι όλα ματαιότητα!
|