Εγώ καλπάζω, αλλά καλπάζω διαφορετικά,
Και γεμίζω του αφεντικού το πορτοφόλι,
Με πλαγιοτροχασμό το τρέξιμό μου στα ιπποδρομικά,
Δηλαδή αλλιώτικα, όχι όπως όλοι.
Πληγές γεμάτες η ράχη μου, τα σκέλη,
Σαν ψάρι πιάνομαι στ’ αγκίστρι.
Συμφωνώ να τρέχω, μα με αγέλη,
Χωρίς σέλλα και δίχως καπίστρι!
Σκληρό αγώνα έχω, όχι σεργιάνι.
Κούρσες! Είμαι σήμερα ο ευνοούμενος.
Ποντάρουν όλοι σ’ άλογο που τρέχει ραβάνι
Και χαμογελάει ο αναβάτης μου χαζοχαρούμενος!
Μου καρφώνει των σπιρουνιών τα βέλη,
Κάνοντας νταηλίκι μπροστά στο κοινό...
Μ’ αρέσει να τρέχω, μα με αγέλη,
Χωρίς σέλλα και δίχως χαλινό!
Όχι, δε θα τρώει με τα χρυσά κουτάλια,
Στο τέρμα θα ‘ρθω τελευταίος,
Θα θυμηθεί τις βουρδουλιές του στα καπούλια,
Θα μείνω πίσω, θα σέρνομαι σαν νυσταλέος
Τον αναβάτη μου θα κάνω κουρέλι,
Για πάντα θα θυμάται αυτό το εξευτελισμό.
Αχ! Πως θα έτρεχα με την αγέλη,
Μα χωρίς σέλλα και δίχως χαλινό!
Τι έπαθα! Την ήττα μου δεν μπορώ να σκηνοθετώ,
Βοηθάω τον εχθρό μου βδελυρό!
Τον εαυτό μου δεν είμαι ικανός να συγκρατώ
Και να μην έρθω πρώτος δεν μπορώ!
Τι να κάνω; Αποφασίζω εν τέλει:
Να ρίξω χάμου τον αναβάτη μου δίχως παρντόν
Και να τρέχω σαν να είμαι σε αγέλη,
Με σέλλα, χαλινό, αλλά χωρίς αυτόν!
Εκείνος πίσω σέρνεται... Δικό μου το στεφάνι!
Ουρλιάζει το πλήθος το ιπποδρομικό,
Για πρώτη φορά δεν έτρεχα ραβάνι
Και επιδίωξα όπως όλοι να νικώ!
|