Εκείνο το απόγιομα δεν έπινα, Μα ούτε τραγουδούσα -
Μόνο εκείνη κοίταζα,
Όπως κοιτάζουν τα παιδιά, Όπως κοιτάζουν τα παιδιά.
Εκείνος που ‘ταν μαζί της πριν,
Μου ζήτησε να φύγω,
Μου ζήτησε να φύγω,
Μην με βρει κάποια συμφορά.
Κι εκείνος που ‘ταν μαζί της πριν, -
Μ’ απείλησε και μ’ έβρισε.
Μα ‘γω θυμάμαι πια καλά Δεν είχα πει, δεν ήμουν μεθυσμένος.
Την ώρα όμως π’ έφευγα,
Εκείνη είπε: «μη βιάζεσαι!»
Εκείνη είπε: «μη βιάζεσαι,
είναι νωρίς ακόμη!»
Εκείνος όμως που ‘ταν μαζί της πριν,
Μάλλον δεν με λησμόνησε,
Και ήταν άνοιξη θαρρώ, Και ήταν άνοιξη θαρρώ,
Σαν ήμουν μ’ ένα φίλο μου Οι δύο μας μόνο.
Στεκόταν όλοι στην σειρά
Στεκόταν όλοι στην σειρά
Ήταν οκτώ όλοι μαζί.
Είχα μαζί μου ένα σουγιά
Και σκέφτηκα γιατί όχι.
Δεν θα με ρίξετε απλά. Καθάρματα το νου σας!
Για να μην πέσω άδικα,
Χτύπησα πρώτος,
Χτύπησα πρώτος.
Έτσι έπρεπε να γίνει.
Εκείνος όμως που ‘ταν μαζί της πριν,
Αυτός που την μαγκιά πουλούσε
Ήταν τελείως σοβαρός, Ήταν τελείως σοβαρός.
Στην πλάτη μ’ κάποιος όρμηξε
Φώναξε ο Βαλιούχα: Πρόσεχε!
Φώναξε ο Βαλιούχα: Πρόσεχε!
Μα ήταν ήδη πια αργά.
Οκτώ ήταν οι συμφορές, η απάντηση μόνο μία.
Νοσοκομείο φυλακής
Εκεί είμαι ξαπλωμένοςΕκεί είμαι ξαπλωμένος.
Μ’ έραψε όμως ο γιατρός Οριζοντίως και καθέτως.
Και μου ‘λεγε: «Κρατήσου αδελφέ!»
Και μου ‘λεγε: «Κρατήσου αδελφέ!»
Κι εγώ κρατιόμουν.
Μακρύς ήταν ο χωρισμός.
Δεν με περίμενε αυτή.
Μα ‘γω την συγχωρώ. Μα ‘γω την συγχωρώ.
Κι εκείνον που ‘ταν μαζί της πριν,
Που την συγχώρεσε
Όπως ήταν φυσικό,
Εγώ δεν τον εσυγχωρώ.
Εκείνη τη συγχώρεσα,
Μα εκείνον που ‘ταν μαζί της πριν,
Μα εκείνον που ‘ταν μαζί της πριν,
Του το χρωστάω ακόμα.
|