Αγαπούσα, υπέφερα μια φορά κι έναν καιρό
μόνο εκείνη ονειρευόμουν μια φορά κι έναν καιρό
Κρυφά στον ύπνο μου την έβλεπα
Σ’ άτι λευκό σαν αμαζόνα να καλπάζει.
Τι να μου κάνει η σοφία βιβλίων πληκτικών,
Όταν τα χνάρια της μπορούσα με τα χείλη μου να αγγίξω!
Τι σας συνέβη αρχόντισσα των τύψεων μου;
Τι σας συνέβη, ευτυχία μου διάφανη;
Την άνοιξη κολύμπησαν οι ψυχές μας,
Κάηκαν τα κεφάλια μας στην φωτιά.
Η θλίψη, μαζί της κι ο πόνος - ήτανε μακριά
Και πιστέψαμε πως νόστος δεν θα υπάρξει.
Μα τώρα πια - έτοιμο το σάβανο της είναι, -
Γελώ με δάκρυα και κλαίω δίχως λόγο.
Στο αίμα σας η παγωνιά και το αιώνιο κρύο
Να ζεις με φόβο και προαίσθημα του τέλους.
Κατάλαβα πως δεν θα τραγουδάω πια,
Κατάλαβα πως δεν θα την ξανακοιτάξω,
Μαζί της πέρασε μέσα στο ψέμα ο καιρός
Μαζί της είχα μόνο ψευδαισθήσεις.
Τα ρούχα τα καλά θα κάψω,
Θα σπάσω τις χορδές, απ’ το αφιόνι να γλιτώσω,
Διάφανων ελπίδων δεν μου ταιριάζει δούλος να γενώ,
Μηδέ ψεύτικα είδωλα εγώ να προσκυνώ.
|