- Κοίτα Βάνια, τους αστείους κλόουν!
Το στόμα τους είναι τόσο μεγάλο...
Α ρε Βάνια, κοίτα πόσο μουτζουρωμένος από τις μπογιές είναι,
η φωνή του είναι σαν του μεθύστακα!
Κι αυτός εδώ μοιάζει, αλλά όχι, το εννοώ
με τον κουνιάδο σου που πίνει το ίδιο πολύ.
Κοίτα, κοίτα Βάνια,
έχω δίκιο έτσι;
- Κοίτα Ζίνα, μηντσιγκλάς τον κουνιάδο μου
Ό, τι και να’ναι, είναι συγγενής μου.
Κοίτα τον εαυτό σου, είσαι και μουτζουρωμένη
και κάπνα ζέχνεις, θα σε κανονίσω!
Από το να μιλάς,
καλύτερα να τραβήξεις σε κανένα μαγαζί [για αλκόολ]
Δεν θα πας; Τότε θα πάω μόνος μου
Κουνήσου!
- Κοίτα ρε Βάνια, αυτούς τους νάνους!
Κοίτα, φορούν αληθινό ζέρσεΐ, με ύφανση καλή.
Στο δικό μας πέμπτο εργοστάσιο ραπτικής που δουλεύω,
δεν νομίζω ότι μπορεί να ράψει κανείς κάτι τέτοιο
Αλλά εσένα Βάνια,
όλοι οι φίλοι σου είναι αλήτες!
και φοράνε και πατσαβούρες
Πίνουν από το πρωί και πίνουν και σαβούρα.
- Οι δικοί μου οι φίλοι μπορεί να μην φορούν ακριβά ρούχα
αλλά δεν κλέβουντην οικογένειά τους
Τις βλακείες που πίνουν, τις πίνουν από οικονομία
Εντάξει, πίνουν από το πρωί, αλλά με δικά τους λεφτά
Κοίτα Ζίνα,
θυμάμαι είχες ένα φίλο από το εργοστάσιο μετα λάστιχα,
εκείνος, θυμάσαι;
Έπινε βενζίνη, θυμήσου Ζίνα...
- Κοίτα Βάνια, τα παπαγαλάκια!
Μα την Παναγία, θα φωνάξω!
Και ποιος είναι αυτός με την κοντή φανελίτσα;
Εγώ Βάνια, θέλωνα έχω το ίδιο!
Στο τέλος του τριμήνου,
Βάνια όταν θα πάρεις το μπόνους...
θέλω κι εγώ τέτοιο Τι μου λες «άσε με»;
Είναι κρίμα, Βάνια.
- Εσύ καλύτερα να μην μιλάς γιατί
πάει το μπόνους στο τέλος του τριμήνου!
Ποιός έγραφετα παράπονα στη δουλειά μου;
Τα ξέρω, τα έχω διαβάσει!
Κοίτα, απ’την άλλη και το μπλουζάκι να φορέσεις,
χάλια θα φαίνεται.
Για να το ράψουμε θέλουμε δυο μέτρα ύφασμα,
τα λεφτά πού θα τα βρούμε;...
- Πω, πω, κοίτα τους ακροβάτες!
Κοίτα πως στριφογυρνά αυτός, ο άξεστος!
0 διευθυντής σας πρόσφατα στο κλαμπ
έτσι χοροπήδαγε
Κι εσύ Βάνια, θα’ ρθεις σπίτι
και θα πέσεις στο κρεβάτι.
Ή θα φωνάζεις άμα δεν είσαι μεθυσμένος...
Κοίτα, τι κάνεις;
- Εσύ Ζίνα, με τσαντίζεις, όλο με προσβάλλεις,
με τις κωλοτούμπες που κάνω όλη μέρα!
έρχομαι σπίτι...
και πάλι εσένα βλέπω!
Κι εσύ βέβαια είσαι αυτός
που με παρασύρει να πάω να ψωνίσω
κι εκεί βλέπωτους φίλους μου
κι όπως καταλαβαίνεις εγώ μόνος μου δεν πίνω!
|