Στου γκρεμού την άκρη πατώ, θα χαθώ, στο χείλος περνώ Τ’ άλογα μαστιγώνω, κυνηγώ Οξυγόνο δεν παίρνω, αέρα ρουφώ, την ομίχλη καταπίνω Νιώθω πένθιμο παλμό, θα χαθώ, θα χαθώ, θα χαθώ. Πιο σιγά, άλογά μου, πιο σιγά Χαλαρώστε, το μαστίγιο θα γυρίσω Πιο σιγά, της τύχης άτια ιδιότροπα Και δεν πρόλαβα να ζήσω Πιο σιγά, πιο σιγά Το κουπλέ θα βρω να τραγουδήσω. Η θύελλα σαν χνούδι με πετάει, με σκορπάει, αλυχτά Το έλκηθρο στο χιόνι δεν πατάει Πιο σιγά, άλογα, εκλιπαρώ, αλλάξτε βήμα, δεν μπορώ Ας είναι λίγο, επεκτείνετε τον δρόμο ώς τον πιο ύστερο. Πιο σιγά, άλογά μου, πιο σιγά Χαλαρώστε, το μαστίγιο θα γυρίσω Πιο σιγά, της τύχης άτια ιδιότροπα Και δεν πρόλαβα να ζήσω Πιο σιγά, πιο σιγά Το κουπλέ θα βρω να τραγουδήσω. Προλαβαίνουμε, σε αργοπορία οι θεοί μας δεν αφήνουν μας. Εκεί μόνο άγγελοι παράφωνοι θα τραγουδάνε για εμάς οδυνηρά. Μήπως το κουδούνισμα σκεπάστηκε απ’ τους θρήνους μας. Μήπως η κραυγή μου, τ’ άλογα να σέρνουν το έλκηθρο αργά. Πιο σιγά, άλογά μου, πιο σιγά. Μια ώρα γρηγορότερα μην πάτε Σας ικετεύω τρέξτε, μην πετάτε Χάνονται απ’ τα μάτια μου τα όμορφα Δεν πρόλαβα να ζω, να τραγουδώ Για τα άλογα μου τραγουδώ. Σε στιγμές πανικού, πηγαιμού Να σταθώ που περνώ. Στο χείλος του γκρεμού.
© Γιάννης Κωστακόπουλος. Μετάφραση, 2019