Δεν μου αρέσει το μοιραίο τέλος.
Απ’ τη ζωή ποτέ δεν είμαι κουρασμένος.
Δεν μου αρέσει καμία εποχή,
που δεν θα λέω χαρούμενα τραγούδια.
Δεν μου αρέσει ο κρύος κυνισμός,
σε είδωλα δεν πιστεύω,
κι όταν διαβάζει κάποιος στα κρυφά,
πίσω από την πλάτη μου τα γράμματά μου.
Δεν μου αρέσει να μένουν πράγματα στη μέση,
να σε διακόπτουν όταν μιλάς.
Δεν μου αρέσει πισώπλατα να με πυροβολούν,
μα ούτε κι από εμπρός.
Μισώ τις φήμες που γίνονται άποψη,
της αμφιβολίας το σαράκι, της πρέζας την παρηγοριά,
να σε χαϊδολογούν με υστεροβουλία,
την πρόκα σαν τρίβει το γυαλί.
Δεν μου αρέσει των χορτάτων η σιγουριά,
είναι πολύ καλύτερα τα χαλασμένα φρένα!
Και είναι κρίμα που η «τιμή» ξεχνιέται
για της συκοφαντίας την τιμή.
Σαν βλέπω σπασμένα φτερά,
για κάποιο λόγο δεν λυπάμαι:
δεν μου αρέσει η βία μα ούτε η αδυναμία,
τον Εσταυρωμένο μόνο λυπάμαι.
Δεν μου αρέσει καθόλου όταν δειλιάζω,
ντρέπομαι σαν βλέπω αθώους να χτυπούν,
δεν μου αρέσει να μπαίνουν στην ψυχή μου,
κι ακόμα το χειρότερο, μέσα της να φτύνουν.
Δεν μου αρέσουν θεάματα και αρένες,
εκεί τα σοβαρά γίνονται τιποτένια.
Κι ας πρόκειται να γίνουν μεγάλες αλλαγές,
τέτοια πράγματα ποτέ δεν θα αγαπήσω.
|